Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Δευτέρα, Ιανουαρίου 10

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ: ΓΡΗΓΟΡΗΣ ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ


"ΕΙΜΑΙ ΕΥΓΝΩΜΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΓΑΠΗ ΠΟΥ ΕΧΩ ΠΑΡΕΙ ΚΑΙ  ΕΧΩ ΔΩΣΕΙ"




Υποδεχόμαστε το νέο έτος με έναν ιδιαίτερα αγαπημένο και αξιόλογο ηθοποιό, τον Γρηγόρη Σταμούλη, ο οποίος έχει ξεχωρίσει για τις ερμηνείες του στην τηλεόραση και στο θέατρο. Η συζήτησή μας περιείχε τα πάντα, την αγάπη του για το θέατρο, τα σχέδιά του και τη ζωγραφική.


Με τι ασχολείσαι αυτήν την περίοδο;  
Ήθελα να κάνω ένα τεράστιο διάλειμμα από το θέατρο, είχα την ανάγκη να αφιερώσω χρόνο στον εαυτό μου. Όλο αυτό συνέπεσε με την πανδημία και αποδείχτηκε μια καλή ευκαιρία για να επαναπροσδιορίσω καταστάσεις. Εύχομαι βέβαια όλο αυτό να τελειώσει σύντομα και να βγούμε αλώβητοι από αυτήν την πρωτόγνωρη κατάσταση. 
 
Πώς αποφάσισες να γίνεις ηθοποιός; 
Νομίζεις ότι θυμάμαι μετά από τόσα χρόνια; (γέλια) Έχω απαντήσει πάρα πολλές φορές σε αυτήν την ερώτηση και πάντοτε τη βρίσκω πολύ ενδιαφέρουσα, διότι απαντώ με την έμπνευση της στιγμής. Περνώντας ο χρόνος, διαπιστώνω ότι ήθελα να μεταδώσω στους άλλους κάτι όμορφο. Ήθελα να κάνω τους άλλους να γελάνε, να σκέφτονται, να συγκινούνται, ήθελα να είμαι ένα συγκοινωνούν δοχείο. Την έχω απαντήσει με πολλούς διαφορετικούς τρόπους αυτή την ερώτηση, αλλά η ουσία είναι ότι είμαι η κλασική περίπτωση του παιδιού που έκανε σκετσάκια όταν ήταν στο διάλειμμα στο δημοτικό, αλλά δεν έβγαινε ποτέ μπροστά να πει το ποίημα. Εγώ μεγάλωσα σε μια περιοχή, η οποία είχε μονοθέσιο δημοτικό σχολείο, του οποίου το δυναμικό ήταν μόλις 12 παιδιά. Ένας δάσκαλος για όλες τις τάξεις. Είχαμε πολύ μεγάλα μαθήματα, η εκπαίδευσή μας γινόταν με έναν πολύ διαφορετικό τρόπο, ήταν ένας πιο δημιουργικός τρόπος. Είχαμε πολύ ελεύθερο χρόνο να αυτοσχεδιάσουμε, να τραγουδήσουμε, ζωγραφίζαμε τους τοίχους του σχολείου, θυμάμαι ζωγραφίσαμε τους άθλους του Ηρακλή. Ό,τι θέλαμε κάναμε σ’ αυτό το σχολείο, διότι βρισκόταν στη μέση του πουθενά, το οποίο υπάρχει ακόμα και είναι ερειπωμένο και εγκαταλελειμμένο. Κάναμε μάλιστα και ένα reunion με το δάσκαλο και πολλά από τα παιδιά του δημοτικού και ήταν πάρα πολύ συγκινητικό. Θεωρώ ότι αυτό που με οδήγησε σε αυτήν την κατεύθυνση ήταν ένστικτο. Δεν υπήρχα ποτέ σε ένα τεράστιο σχολείο με τους άπειρους καθηγητές, με τις άπειρες προσλαμβάνουσες, τα άπειρα ερεθίσματα, παρόλα αυτά όμως, είχα ανάγκη να εκφράσω τον εσωτερικό μου κόσμο, να τον μοιραστώ, να τον επικοινωνήσω. Αυτό με ώθησε να γίνω ηθοποιός. 

Έχεις απωθημένο κάποιο ρόλο; 
(παύση) Ούτε έναν (γέλια). Δεν έχω κανέναν, δεν μπορώ να σκεφτώ κάποιον. Όλοι οι ρόλοι όμως που έχω ερμηνεύσει με έχουν ιντριγκάρει και τους έχω θαυμάσει ως προς τον πολυεπίπεδο τρόπο σκέψης τους, την εκφορά του λόγου τους, τα βιώματά τους. Γοητεύομαι από κάθε ρόλο, αλλά δεν υπάρχει κάποιος συγκεκριμένος που να θέλω να παίξω διακαώς. 

Παρακολουθείς τον εαυτό σου στις επαναλήψεις; 
Όχι καλέ, εδώ δεν με βλέπω στα κανονικά (γέλια). Δεν με βλέπω στις επαναλήψεις. Όπως δεν με ενδιαφέρει να βλέπω φωτογραφίες από τη ζωή μου, απ’ το παρελθόν, έτσι και σε αυτή την περίπτωση. Είναι μία δουλειά, εξελισσόμαστε, δεν έχω καμία εμμονή να δω τον εαυτό μου πώς ήμουν, νομίζω ότι ο κόσμος έχει κολλήσει στην εικόνα του παρελθόντος, ενώ εγώ και όλοι μας έχουμε προχωρήσει, έχουμε αλλάξει εμφανισιακά. Ο κόσμος σε βλέπει στις επαναλήψεις και αναρωτιέται πώς άλλαξες. Δεν με ενδιαφέρει, δεν έχω κανένα κόλλημα με το παρελθόν, κανένα όμως. 

Θυμάσαι κάποια σου δουλειά με περισσότερη νοσταλγία; 
Έχω περάσει πάρα πολύ όμορφα. Η συντριπτική πλειοψηφία των έργων που έχω κάνει, είναι συνειδητές αποφάσεις μου, όλες ήταν ξεχωριστές, μία προς μία: Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος, Εθνικό Θέατρο, Ελεύθερο Θέατρο, ΔΗΠΕΘΕ, Αγγλία, Αμερική, Τουρκία και παντού, δεν τις επέλεγα απλά για να δουλέψω. Σε πληροφορώ ότι έχω πει πολλά όχι, έχω πει όχι ακόμα και στον Κώστα Τσιάνο, ο οποίος ήταν ο άνθρωπος που με έβγαλε στο θέατρο, μου έδωσε τον πρώτο μου πρωταγωνιστικό ρόλο του Τάσου στους «Φοιτητές» του Γρηγόριου Ξενόπουλου στο θέατρο Rex στο Εθνικό το 2000. Μετά από χρόνια, όταν μου είχε προτείνει δουλειά ο Κώστας, έχουμε κάνει 6-7 δουλειές μαζί, αρνήθηκα, επειδή ήθελα να κάνω κάτι καινούριο, κάτι δημιουργικό, καθώς γνωρίζω τον κώδικά του πάνω σε αυτά τα έργα (των Χουρμούζη, Ξενόπουλο) και αισθανόμουν ότι δεν θα με πήγαινε παραπέρα το πράγμα αυτό. Ενδεχομένως θα ήμουν καλός, θα ήμουν αποτελεσματικός, παρόλα αυτά ένιωθα ότι στα 30-35 μου δεν θα εξελιχθώ. Πάντοτε επέλεγα τις δουλειές μου, όσο μπορούσα, και τις έχω όλες φυλαγμένες στην καρδιά μου. Γι’ αυτό για κάθε μία έχω να πω κάτι όμορφο και κάτι καλό. Και τις νοσταλγώ, όχι όμως να ξεφυλλίζω περιοδικά ή να βλέπω τα βίντεο που υπάρχουν. Να διηγούμαστε ιστορίες από τα παλιά με συναδέλφους πίνοντας ένα κρασί ή ένα καφέ. Αυτό νοσταλγώ.

Τι σου αρέσει περισσότερο το θέατρο ή η τηλεόραση; 
Το θέατρο. Η τηλεόραση είναι ένα άλλο πράγμα, είναι μια άλλη δουλειά τελείως. Στην τηλεόραση είναι πάρα πολύ εγκλωβισμένοι στην εικόνα, η οποία έχει συγκεκριμένους κανόνες. Το θέατρο από την άλλη, σου δίνει πολλή μεγαλύτερη ελευθερία και δημιουργικότητα. Δυστυχώς, βλέπουμε μετά λύπης, ότι πολλοί συνάδελφοι μεταφέρουν την τηλεοπτική τους εικόνα πάνω στη σκηνή. Αυτό είναι μια παγίδα στην οποία έχουν πέσει, αλλά το έχουν επιτρέψει και οι θεατρικοί επιχειρηματίες. Γιατί κακά τα ψέματα, η τηλεόραση έχει κάνει πάρα πολύ κακό στο θέατρο. Όχι όσον αφορά το ότι έχει κρατήσει τον κόσμο μέσα και δεν πηγαίνει στο θέατρο, ίσα ίσα που πηγαίνει και γουστάρει το θέατρο, αλλά θέλει να δει πώς ντύνεται ο/η τάδε, πώς μιλάει, πώς συμπεριφέρεται αυτός/αυτή που βλέπει στην τηλεόραση. Την έχω τιμήσει την τηλεόραση, μου έχει δώσει χρήματα, μου έχει δώσει ωραίες συνεργασίες, αλλά είναι μία τελείως άλλη δουλειά.


Διηγήσου μου ένα αστείο περιστατικό που σου συνέβη πάνω στη σκηνή.
Το μεγαλύτερο σεντόνι που έχω πάθει είναι το 2000 στους «Φοιτητές» του Γρηγόριου Ξενόπουλου. Ήμουν στην κουίντα πίσω από μία πόρτα και έπρεπε σε συγκεκριμένη ατάκα του Λαέρτη Μαλκότση να βγω. Μιλούσε με τον συγχωρεμένο τον Μπάμπη Γούσια και όπως καταλαβαίνεις, δεν βγήκα ποτέ. (γέλια) Μιλούσαν οι δυό τους, τους άκουγα, τους παρακολουθούσα και θαύμαζα πόσο ωραία έπαιζαν τη σκηνή. Έπρεπε, στην ατάκα «Μην ανησυχείς, θα έρθει γυρεύοντας κουβεντούλα και καφέ» να ανοίξω την πόρτα και να πω: «Κάντε καφέ θα σας τα πω όλα». Δεν βγαίνω, γίνεται μία παύση και μετά ακούω τον εξής διάλογο: «Λες να έρθει;», «Ε θα ‘ρθει δεν μπορεί», «Μα δεν έρχεται, αφού καφέ θα φτιάξουμε. Θα ‘ρθει», «Δεν το βλέπω». Αφού έχουν περάσει 3 λεπτά, ανοίγω την πόρτα κάθιδρος. (γέλια) Μετά βέβαια έφαγα πολύ βρίσιμο. (γέλια)


Πώς προέκυψε η ενασχόλησή σου με τη ζωγραφική;
Τελείως τυχαία, είχα αποφασίσει να κάνω αυτό το διάλειμμα που σου είπα. Οπότε το Μάρτιο του 2019 που τελείωσα τις θεατρικές μου υποχρεώσεις στο Θέατρο της Οδού Κεφαλληνίας στο «Μια ζωή στο θέατρο» του Ντέιβιντ Μάμετ, παίρνω το σκυλί μου, τα βιβλία μου και αυθόρμητα πήρα χρώματα, καμβάδες και πινέλα, έτσι να υπάρχουν. Και άρχισαν να βγαίνουν πορτρέτα πάνω στους καμβάδες. Είμαι πάρα πολύ χαρούμενος γι’ αυτό, γιατί αρέσουν και πουλήθηκαν κιόλας. Μπορεί να ήμουν εκτός, αλλά η ζωγραφική είναι η σύνδεσή μου με το θέατρο όταν δεν κάνω θέατρο. Δηλαδή, εκφράζομαι καλλιτεχνικά μέσα από τη ζωγραφική, δεν νιώθω ότι μου λείπει κάτι δημιουργικό, γιατί καλλιτέχνες είμαστε και πάντα θέλουμε να δημιουργούμε. Προσπάθησα να δώσω στα πορτρέτα μου μία ιστορία, τα αντιμετώπισα ως ρόλους. Τα βλέμματά τους έχουν μια ιστορία, έχουν έναν θυμό, μια αποφασιστικότητα, άλλα έχουν μία συγκίνηση, άλλα μία θλίψη, άλλα μία προσμονή… Δίνω στο κάθε βλέμμα μία ιστορία, τουλάχιστον αυτό προσπαθώ, να το μεταδώσω αυτό στο πορτρέτο μου και έτσι προέκυψε, πήγα στην Άνδρο με το σκυλί μου, πήρα μαζί μου καμβάδες και άρχιζα να ζωγραφίζω.


Αν δεν ήσουν ηθοποιός, με τι θα ήθελες να ασχοληθείς;
Το πρώτο που μου μπορώ να σκεφτώ είναι η ενασχόληση με τα παιδιά με ειδικές ανάγκες και με τα κακοποιημένα ζώα. Μου αρέσει να προσφέρω. Δεν θα το έβλεπα επαγγελματικά βέβαια κάτι τέτοιο, θα το έκανα σε εθελοντική βάση αυτό, γιατί δεν έχω την κατάρτιση για να ασχοληθώ με τα παιδιά με ειδικές ανάγκες. Γενικά όμως,  θα ήθελα να κάνω κάτι που να μπορώ να μεταδώσω, να ήμουν ένας δάσκαλος σε ένα δημοτικό σχολείο για παράδειγμα, ώστε να μεταδώσω γνώση, ερεθίσματα, σε παιδιά, σε ευαίσθητες ψυχές. Αυτό νιώθω, δεν θα ήθελα να ασχοληθώ για παράδειγμα με το εμπόριο ή με τη διακόσμηση, ούτε καν με τα ταξίδια.

Γιατί ούτε καν με τα ταξίδια;
Τα ταξίδια τα λατρεύω, τα αγαπώ, αλλά όχι ως δουλειά, γιατί χάνει την αίσθηση της αναψυχής, γίνεται υποχρέωση. Έχω έναν φίλο ιπτάμενο φροντιστή, αλλά δεν του το έχω πει ποτέ, τον βλέπω, και τον θαυμάζω που ταξιδεύει συνέχεια σε όλο τον κόσμο, όμως με «προσγειώνει» το γεγονός ότι δεν έχει το χρόνο να δει, να επισκεφτεί όλα αυτά τα μέρη, πηγαίνει από το αεροδρόμιο στο ξενοδοχείο. Όχι, δεν θα το ήθελα αυτό, να χάσω τη μαγεία του ταξιδιού.


Υπάρχει κάποια σειρά ή ταινία που θα ήθελες να παίξεις;
Νομίζω ότι θα ήθελα μία ταινία χολυγουντιανών προδιαγραφών, εποχής όμως, όπως του Γιώργου Λάνθιμου το «The Favorite» («Η Ευνοούμενη»). Σε μια τέτοια ταινία, με αυτήν την αισθητική θα ήθελα να παίξω.

Αν η ζωή σου ήταν ταινία ποια θα ήταν;
Ο Μπίλι Έλλιοτ, γιατί ταυτίζομαι πάρα πολύ με αυτό το παιδάκι, το οποίο δεν είχε καμία καλλιτεχνική προσλαμβάνουσα. Η καρδιά του όμως χόρευε, τα πόδια του πήγαιναν μόνα τους από την εσωτερική του φωτιά, την εσωτερική του φλόγα. Και εγώ ως παιδί θυμάμαι στην Εύβοια να παρακολουθώ στην τηλεόραση το Θέατρο της Δευτέρας και να μαγεύομαι και να θέλω να πάω να δω θέατρο, όπου εκεί δεν είχα καμία ευκαιρία να το κάνω. 17 χρονών παρακολούθησα για πρώτη φορά παράσταση, αρκετά μεγάλος.  Είδα τον «Αρχοντοχωριάτη» με τον Κώστα Βουτσά στο θέατρο Περοκέ και η δεύτερη παράσταση ήταν την ίδια χρονιά καλοκαίρι, όπου είδα τον «Οιδίποδα Τύραννο» με τον Γιώργο Κιμούλη στην Επίδαυρο. Μαγεύτηκα.

Ποια συμβουλή σου έχουν δώσει και ακολουθείς μέχρι σήμερα;
Να λες όχι. Να μπορείς να λες όχι. Η αλήθεια είναι ότι έχω πει πάρα πολλά όχι μέχρι σήμερα και δεν το μετανιώνω, γιατί είναι απόλυτα συνειδητό.

Για ποιο πράγμα είσαι περισσότερο ευγνώμων στη ζωή σου;
Για την αγάπη που έχω πάρει και την αγάπη που έχω δώσει.

Ποια είναι η σχέση σου με τα social media;
Έχω λογαριασμό στο Instagram, το οποίο αγαπώ. Δυστυχώς όμως, στις μέρες μας αυτό έχει γίνει αυτοσκοπός. Έχει γίνει λαίλαπα, δεν είναι καθόλου αστείο το πράγμα, είναι τρομακτικό. Ακόμα και στις δουλειές σε επιλέγουν με κριτήριο το πόσους followers έχεις. Όχι, δεν με ενδιαφέρουν οι κοιλιακοί σας και οι followers σας. (γέλια)

Τι έχει μεγαλύτερη σημασία για σένα σε μια φιλία;
Θεωρώ τη φιλία κάτι πάρα πολύ ιερό και δύσκολο συνάμα. Η αλήθεια είναι ότι είμαι κλειστός άνθρωπος, δεν θα δημιουργήσω εύκολα φιλίες, αν δεν βεβαιωθώ ότι υπάρχουν γερά θεμέλια, ώστε να διαρκέσει αυτό. Είμαι όμως τυχερός, γιατί υπάρχουν στη ζωή μου λίγοι, αλλά αληθινοί, ουσιαστικοί φίλοι.


Τι ρόλο παίζει ο έρωτας στη ζωή σου;
Χωρίς έρωτα δεν πας πουθενά. (γέλια)

Ποια είναι τα σχέδιά σου για το μέλλον;
Δεν έχω συγκεκριμένα, δεν κάνω μακροπρόθεσμα σχέδια.  Όσο περνάνε τα χρόνια, προτιμώ να θέτω μικρούς στόχους και μ’ αρέσει να τους πετυχαίνω. Γενικώς, θα ήθελα να κάνω, με ενδιαφέρει να κάνω αξιόλογες δουλειές, με ωραίους διαβασμένους ανθρώπους.

Επιμέλεια Συνέντευξης: Μαίρη Μαμάκου